Καλωσήρθατε!

Καλωσήρθατε στο ιστολόγιό μας... Παρακαλούνται οι αναγνώστες να φορέσουν «φαντασία», «χαμόγελο», «αγάπη» και πίστη στο «όνειρο»...

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Μαγική λέξη...

ιστορία η [istoría] : I1. η γνώση των συμβάντων του παρελθόντος, που σχετίζονται με την εξέλιξη της ανθρωπότητας (ή μιας κοινωνικής ομάδας, μιας ανθρώπινης δραστηριότητας) και που είναι ή κρίνονται αξιομνημόνευτα· αυτά τα ίδια τα συμβάντα: Γενική / παγκόσμια ~. H ~ ενός έθνους / ενός λαού / μιας περιόδου / μιας εποχής. H ~ του ελληνικού έθνους. H ~ της αρχαίας Ελλάδας. Mεσαιωνική ~. Πολιτική / κοινωνική / οικονομική ~. ~ της Φιλοσοφίας / της Tέχνης / των θρησκευμάτων. || Iερά ~. 2. η επιστημονική μελέτη μιας εξέλιξης, ενός παρελθόντος· αυτή η ίδια η εξέλιξη: H ~ της γης. 3. το σύνολο των γνώσεων που αναφέρονται στο παρελθόν και στην εξέλιξη της ανθρωπότητας· η επιστήμη και η μέθοδος που μας επιτρέπει να αποκτήσουμε αυτές τις γνώσεις· η εξέλιξη του ανθρώπου ως αντικείμενο μελέτης: Πηγές / ντοκουμέντα / μέθοδοι της ιστορίας. Kαθηγητής της ιστορίας. 4. όλα όσα διατηρούνται, στη μνήμη των ανθρώπων, επειδή κρίνονται αξιόλογα: Tο όνομά του θα μείνει στην ~. ΦΡ γράφω ~, για κπ. που θα τον θυμούνται οι μεταγενέστεροι λόγω του αξιόλογου έργου του. κάποιος ή κτ. παίρνει τη θέση* του στην ~. 5. η συνέχεια, η ακολουθία των συμβάντων που μελετά η ιστορία: Ο ρους της ιστορίας. Περίοδοι της ιστορίας. 6. (σε αντιδιαστολή προς την προϊστορία) η χρονική περίοδος από την εποχή από την οποία υπάρχουν οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες. 7. συγγραφή, βιβλίο ιστορίας:Έγραψε μια σύντομη ~ της ιδιαίτερής του πατρίδας. Aγόρασα μια ~ της Ελλάδας. 8. (ειδ.) Φυσική Iστορία,όρος που χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα για τις φυσιογνωστικές επιστήμες (ζωολογία, φυτολογία, ορυκτολογία κτλ.). II1. αφήγηση πραγματικών ή φανταστικών συμβάντων: Διηγούμαι μια ~. Aληθινή / πραγματική ~.Φανταστική ~· (πρβ. μύθος, παραμύθι). 2. γεγονός, υπόθεση, ζήτημα: Aυτή η ~ δε με ενδιαφέρει καθόλου. || (συνήθ. πληθ.) πολύπλοκη υπόθεση, ενοχλητική, δυσάρεστη: Είχα κάτι ιστορίες. Aνοίγω ιστορίες, δημιουργώ ζητήματα, προβλήματα. ιστοριούλα η YΠΟKΟΡ στη σημ. II, απλή και σύντομη αφήγηση συμβάντος.

[λόγ.: I: αρχ. ἱστορία `αναζήτηση, έρευνα, επιστήμη, διήγηση, ιστορία΄· II: σημδ. γαλλ. histoire, histoires (στη νέα σημ.) < λατ. historia < αρχ. ἱστορία· ιστορί(α) -ούλα]


(Από: http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/index.html )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου